Τρίτη 3 Ιουλίου 2018

Τα διηγήματα της ημέρας: Franz Kafka, "Η γέφυρα", "Η αλήθεια σχετικά με τον Σάντσο Πάντσα"

Franz Kafka, (Πράγα, 3 Ιουλίου 1883 – Κλοστερνμπουργκ, (Αυστρία) 3 Ιουνίου 1924)


 Η γέφυρα

       Ήμουν άκαμπτη και ψυχρή, ήμουν μια γέφυρα, απλωνόμουν πάνω από έναν γκρεμό, από κει μπηγμένες οι μύτες των ποδιών από δω τα χέρια, είχα γαντζωθεί με τα δόντια από το χώμα που θρυμματιζόταν. Οι άκρες από το πανωφόρι μου ανέμιζαν δεξιά κι αριστερά. Στο βάθος θορυβούσε το παγωμένο ποτάμι με τις πέστροφες. Κανένας διαβάτης δεν έφτανε στα απρόσιτα αυτά υψόμετρα, η γέφυρα δεν ήταν ακόμα καταχωρημένη στους χάρτες. Έτσι απλωμένη περίμενα - έπρεπε να περιμένω: μια γέφυρα, έτσι και κτιστεί, δεν μπορεί να πάψει να είναι γέφυρα, εκτός κι αν γκρεμιστεί. Μια φορά, προς το βράδυ, ήταν το πρώτο ήταν το χιλιοστό, δεν ξέρω, ένα κουβάρι οι σκέψεις μου, κλωθογύριζαν διαρκώς - προς το βράδυ το καλοκαίρι, πιο σκοτεινό το βουητό του νερού, άκουσα το βήμα ενός άντρα. Έλα σε μένα, έλα σε μένα. Τεντώσου γέφυρα, ετοιμάσου, σανίδι χωρίς κιγκλίδωμα, βάστηξε αυτόν που σε εμπιστεύτηκε, εξομοίωσε ανεπαίσθητα την αστάθεια του βήματός του, αλλά αν ταλαντεύεται εκσφενδόνισέ τον στην αντίπερα μεριά. Ήρθε, με τη μεταλλική μύτη του ραβδιού του με δοκίμασε, έπειτα ανασήκωσε τις άκρες του παλτού μου και τις έστρωσε πάνω μου, πέρασε τη μύτη μέσα από το θάμνο των μαλλιών μου και την άφησε για πολλή ώρα εκεί, πιθανότατα ατενίζοντας πέρα μακριά. Τότε όμως - τον φανταζόμουν ήδη μακριά, πέρα από βουνά και λαγκάδια - πήδησε με τα δυο του πόδια καταμεσής στο κορμί μου. Ρίγησα από τον άγριο πόνο, ολότελα αμάθητη. Ποιος ήταν; Ένα παιδί; Ένας αθλητής; Ένας ριψοκίνδυνος; Ένας αυτόχειρας; Ένας αποπλανητής; Ένας εξολοθρευτής; Και στράφηκα να τον αντικρίσω. Γέφυρα που στρέφεται! Δεν είχα ακόμα στραφεί και γκρεμιζόμουν ήδη, γκρεμιζόμουν, και ήδη είχα ξεσκιστεί και σουβλιστεί στα μυτερά βότσαλα που τόσο ειρωνικά με κοιτούσαν πάντοτε μέσα από τα νερά που άφριζαν. 



Η αλήθεια σχετικά με τον Σάντσο Πάντσα

       Ο Σάντσο Πάντσα, ο οποίος ποτέ δεν υπερηφανεύτηκε γι΄αυτό, κατάφερε με το πέρασμα των χρόνων, έχοντας τα βράδια και τις νύχτες ένα πλήθος μυθιστορήματα με ιππότες και ληστές  ανά χείρας, να αποτρέψει τόσο αποτελεσματικά το δαίμονά του, τον οποίο ονόμασε αργότερα Δον Κιχώτη, ώστε εκείνος να προβεί ακράτητος σε κάθε λογής τρελές πράξεις, οι οποίες όμως, στερημένες του προκαθορισμένου τους στόχου, που ήταν ακριβώς ο Σάντσο Πάντσα, δεν έβλαψαν κανέναν. Ο Σάντσο Πάντσα, ελεύθερος άνθρωπος πια, παρακινημένος ίσως από κάποιο αίσθημα ευθύνης, ακολουθούσε αδιάφορος τον Δον Κιχώτη στις περιπλανήσεις του, αποκομίζοντας σε όλη του τη ζωή μεγαλεία και πλούτη. 


Φραντς Κάφκα, Διηγήματα και μικρά πεζά, Επιλογή - μετάφραση Αλεξάνδρα Ρασιδάκη, Ροές, Αθήνα, 2006.

Κυριακή 1 Ιουλίου 2018

Πράσινες θάλασσες...

Η γοργόνα ως διακοσμητικό έμβλημα της πρώτης ποιητικής συλλογής του Σεφέρη

  Γιώργος Σεφέρης, Σχέδια γιὰ ἕνα καλοκαίρι. [Ἄνθη τῆς πέτρας]

Ἄνθη τῆς πέτρας μπροστὰ στὴν πράσινη θάλασσα
μὲ φλέβες ποὺ μοῦ θύμιζαν ἄλλες ἀγάπες
γυαλίζοντας στ᾿ ἀργὸ ψιχάλισμα,
ἄνθη τῆς πέτρας φυσιογνωμίες
ποὺ ἦρθαν ὅταν κανένας δὲ μιλοῦσε καὶ μοῦ μίλησαν
ποὺ μ᾿ ἄφησαν νὰ τὶς ἀγγίξω ὕστερ᾿ ἀπ᾿ τὴ σιωπὴ
μέσα σε πεῦκα σὲ πικροδάφνες καὶ σὲ πλατάνια.


(Τετράδιο Γυμνασμάτων, 1940 - Ποιήματα, Ίκαρος, 2004)



Οδυσσέας Ελύτης, Μικρή Πράσινη Θάλασσα
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Πού θά 'θελα νά σέ υἱοθετήσω
Νά σέ στείλω σχολεῖο στήν Ἰωνία
Νά μάθεις μανταρίνι καί ἄψινθο
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Στό πυργάκι τοῦ φάρου τό καταμεσήμερο
Νά γυρίσεις τόν ἥλιο καί ν' ἀκούσεις
Πῶς ἡ μοίρα ξεγίνεται καί πῶς
Ἀπό λόφο σέ λόφο συνεννοοῦνται
Ἀκόμα οἱ μακρινοί μας συγγενεῖς
Πού κρατοῦν τόν ἀέρα σάν ἀγάλματα
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Μέ τόν ἄσπρο γιακά καί τήν κορδέλα
Νά μπεῖς ἀπ' τό παράθυρο στή Σμύρνη
Νά μοῦ ἀντιγράψεις τίς ἀντιφεγγιές στήν ὀροφή
Ἀπό τά Κυριελέησον καί τά Δόξα Σοι
Καί μέ λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε
Κύμα το κύμα νά γυρίσεις πίσω
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Γιά νά σέ κοιμηθῶ παράνομα
Καί νά βρίσκω βαθιά στήν ἀγκαλιά σου
Κομμάτια πέτρες τά λόγια τῶν Θεῶν
Κομμάτια πέτρες τ' ἀποσπάσματα τοῦ Ἡράκλειτου.

(Το Φωτόδεντρο και η Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά, Ίκαρος, 1971)

Κολάζ του Οδυσσέα Ελύτη