Σάββατο 10 Μαρτίου 2018

Μανόλης Αναγνωστάκης, «Πέντε μικρά θέματα»



Ο Μανόλης Αναγνωστάκης γεννήθηκε στις 9 (κατ’ άλλους 10) Μαρτίου 1925 στη Θεσσαλονίκη, όπου και πέθανε στις 23 Ιουνίου 2005. Σπούδασε ιατρική και εντάχθηκε νωρίς στην πολιτική δράση (καταδίκη σε θάνατο από το στρατοδικείο, φυλακή). Η πρώτη του συλλογή δημοσιεύτηκε το 1945 με τον τίτλο Εποχές, τίτλος ο οποίος διατηρείται και στις δύο επόμενες συλλογές του. Οι τρεις επόμενες συλλογές (1954-1962) τιτλοφορούνται Η Συνέχεια. Ο κοινός τίτλος υποδηλώνει και την ενότητα της θεματικής του. Τα ποιήματά του κρατούν ένα τόνο χαμηλόφωνο και εξομολογητικό, ξεκινούν από το ατομικό περιστατικό αλλά εκφράζουν μαζί και τη διάψευση των ελπίδων της γενιάς του. Το αίσθημα αυτό της προδοσίας και της ήττας εκφράζεται και σαν διαμαρτυρία πολιτική αλλά και γενικότερα σαν μια απελπισία σε επίπεδο βαθύτερο και τραγικό. Μια ποίηση πικρή, με βασικό τόνο την απαισιοδοξία, αλλά και έναν βαθύτατο μοραλισμό και διδακτισμό.[1]

Τα παρακάτω αποσπάσματα προέρχονται από την πρώτη του συλλογή Εποχές. Ο ποιητής αναζητά τη χαρά και διαπιστώνει πως δεν μπορεί να τη βρει πουθενά. Ανατρέχει στις αναμνήσεις του παρελθόντος, οι οποίες δεν έχουν πια κανένα νόημα.  


Ι

Μὲς στὴν κλειστὴ μοναξιά μου

Ἔσφιξα τὴ ζεστὴ παιδική σου ἄγνοια

Στὴν ἁγνὴ παρουσία σου καθρέφτισα τὴ χαμένη ψυχή μου.



Ἐμεῖς ἀγαπήσαμε. Ἐμεῖς

Προσευχόμαστε πάντοτε. Ἐμεῖς

Μοιραστήκαμε τὸ ψωμὶ καὶ τὸν κόπο μας

Κι ἐγὼ μέσα σὲ σένα καὶ σ᾿ ὅλους.



ΙΙ

Ἴσκιοι βουβοὶ ἀραγμένοι στὴ σκάλα

Μάτια θολὰ ποὺ κράτησαν εἰκόνες θαλασσινὲς

Κύματα μὲ τὴ γλυκιὰν ἀγωνία στὴν κάτασπρη ράχη



Γυμνὸς κυλίστηκα μέσα στὴν ἄμμο μὰ δὲν ὑποτάχτηκα

Καὶ δὲν ἀγάπησα μόνον ἐσένα ποὺ τόσο μὲ κράτησες

Ὅπως ἀγάπησα τὰ ναυαγισμένα καράβια μὲ τὰ τραγικὰ ὀνόματα

Τοὺς μακρινοὺς φάρους, τὰ φῶτα ἑνὸς ἀπίθανου ὁρίζοντα

Τὶς νύχτες ποὺ γύρευα μόνος νὰ βρῶ τὸ χαμένο ἑαυτό μου

Τὶς νύχτες ποὺ μόνος γυρνοῦσα χωρὶς κανεὶς νὰ μὲ νιώσει

Τὶς νύχτες ποὺ σκότωσα μέσα μου κάθε παλιά μου αὐταπάτη.


ΙΙΙ

Δρόμοι παλιοὶ ποὺ ἀγάπησα καὶ μίσησα ἀτέλειωτα

Κάτω ἀπ᾿ τοὺς ἴσκιους τῶν σπιτιῶν νὰ περπατῶ

Νύχτες τῶν γυρισμῶν ἀναπότρεπτες κι ἡ πόλη νεκρὴ

Τὴν ἀσήμαντη παρουσία μου βρίσκω σὲ κάθε γωνιὰ


Κᾶμε νὰ σ᾿ ἀνταμώσω κάποτε φάσμα χαμένο τοῦ τόπου μου

Κι ἐγὼ ξεχασμένος κι ἀτίθασος νὰ περπατῶ κρατώντας

Ἀκόμα μία σπίθα τρεμόσβηστη στὶς ὑγρές μου παλάμες


(Καὶ προχωροῦσα μέσα στὴ νύχτα χωρὶς

Νὰ γνωρίζω κανένα κι οὔτε

Κανένας μὲ γνώριζε)


IV

Κάτω ἀπ᾿ τὰ ροῦχα μου δὲ χτυπᾶ πιὰ ἡ παιδική μου καρδιὰ

Λησμόνησα τὴν ἀγάπη πού ῾ναι μόνο ἀγάπη

Μερόνυχτα νὰ τριγυρνῶ χωρὶς νὰ σὲ βρίσκω μπροστά μου

Ὁρίζοντα λευκὲ τῆς ἀστραπὴς καὶ τοῦ ὄνειρου

Ἔνιωσα τὸ στῆθος μου νὰ σπάζει στὴ φυγή σου

Ψυχὴ τῆς ἀγάπης μου ἀλήτισσα

Λεπίδι τοῦ πόθου μου ἀδυσώπητο

Νικήτρα μονάχη τῆς σκέψης μου.


V

Χαρά, Χαρά, ζεστὴ ἀγαπημένη

Τραγούδι ἀστείρευτο σὲ χείλια χιμαιρικὰ

Στὰ γυμνά μου μπράτσα τὸ εἴδωλό σου συντρίβω

Χαρὰ μακρινή, σὰν τὴ θάλασσα ἀτέλειωτη

Κουρέλι ἀκριβὸ τῆς πικρῆς ἀναζήτησης

Ἄσε νὰ φτύσω τὸ φαρμάκι τῆς ψεύτρας σου ὕπαρξης

Ἄσε νὰ ὁραματιστῶ τὶς νεκρὲς ἀναμνήσεις μου

(Ἀνελέητο κύμα τῆς νιότης μου).

Ὢ ψυχὴ τὴν ἀγωνία ἐρωτευμένη!



Το τρίτο απόσπασμα μελοποιήθηκε το 1975 από τον Μίκη Θεοδωράκη και το ερμήνευσε για πρώτη φορά η Μαργαρίτα Ζορμπαλά. 





[1] Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης4, Αθήνα, 1985, σελ. 336-337.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου